Συνήθως δε συμφωνώ (τουλάχιστον στο σύνολο) με τις ανακοινώσεις της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων. Όχι στο πλαίσιο ενός ιδιότυπου συντεχνιασμού που θέλει δικηγόρους και δικαστές (βλακωδώς) να αντιδικούν για το αυτονόητο, αλλά γιατί δε συμφωνώ να βλέπουμε το δένδρο (μόνον το δικαστικό λειτούργημα) και όχι το δάσος (τον θεσμό και τους λοιπούς συλλειτουργούς της Δικαιοσύνης) όταν εκφράζουμε θέση στο δημόσιο διάλογο.
Στην περίπτωση, όμως, που αφορά την απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών για το Μάτι προσυπογράφω λέξη προς λέξη. Τι λέει η ανακοίνωση, λοιπόν, της Ένωσης; Ότι «εκφράζει την έντονη ανησυχία της για τα λαϊκά δικαστήρια, που έχουν στηθεί στη χώρα εδώ και καιρό, υπό την ανοχή της πολιτείας και τα οποία συνοδεύονται, πλέον, με προπηλακισμούς σε βάρος των Λειτουργών της Δικαιοσύνης και με δηλώσεις πολιτικών προσώπων, οι οποίες αφενός μεν πυροδοτούν έναν άκρατο λαϊκισμό και αφετέρου συνιστούν παρέμβαση στο έργο της Δικαιοσύνης, όπως (στη δεύτερη περίπτωση) οι χθεσινές δηλώσεις του υφυπουργού Δικαιοσύνης, με τις οποίες προαναγγέλλει την άσκηση έφεσης από τον Εισαγγελέα κατά της απόφασης του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου. Η άσκηση των ενδίκων μέσων από τον Εισαγγελέα επαφίεται αποκλειστικά στην ανεξάρτητη δικαιοδοτική του κρίση και στη σύμφωνη με αυτή εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού και όχι στις επιθυμίες και διαθέσεις της εκτελεστικής εξουσίας».
Με απλά λόγια: Πρώτον, τα όποια λάθη της απόφασης -εάν υπάρχουν- θα τα κρίνει ο αρμόδιος Εισαγγελέας που (μόνον αυτός) δύναται να ασκήσει αιτιολογημένη έφεση. Όχι η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης, εάν θέλουμε να μιλάμε για κράτος δικαίου και διάκριση εξουσιών. Δεύτερον, αυτός ο ποινικός λαϊκισμός πρέπει να πάψει άμεσα. Οι δικαστές εφαρμόζουν τους νόμους που άλλοι ψηφίζουν. Εάν μας αρέσουν ή όχι είναι ζήτημα λαϊκής κυριαρχίας. Ψηφίστε τους καλύτερους. Το κοινοβούλιο θεσπίζει τους νόμους. Όχι οι δικαστές ούτε οι δικηγόροι. Τρίτον, ουδόλως υπηρετεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα η συζήτηση περί «μπλε» και «κόκκινων» Ποινικών Κωδίκων. Πρωτίστως γιατί λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και βρίθει ανακριβειών. Το ζητούμενο στην περίπτωση της τραγωδίας στο Μάτι ήταν και παραμένει ένα: από τα στοιχεία που υπήρχαν ήταν ορθός ο νομικός χαρακτηρισμός περί ανθρωποκτονίας από αμέλεια (πλημμέλημα) ή θα έπρεπε να ασκηθεί εξ αρχής δίωξη για κακουργηματική έκθεση (όπως επέμενε τόσο ο ανακριτής της υπόθεσης όσο και το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθήνας). Δεν έχει νόημα εάν μία ποινή θα εξαγοράζονταν από τον ένοχο με 20 ευρώ/ημέρα (αντί για 10 ευρώ) ή εάν θα υποχρεώνονταν σε παροχή κοινωφελούς εργασίας. Προφανώς, η απαξία των πράξεων είναι πολύ μεγαλύτερη από οποιαδήποτε ποινή, εάν αυτή χαρακτηριστεί ως πλημμέλημα.
Και για να μην ξεχνιόμαστε για την ουσία του πράγματος: η τραγωδία στο Μάτι θα μπορούσε να αποφευχθεί εάν υπήρχε ένα κράτος εν λειτουργία και «υπεύθυνοι» με γνώση και ικανότητες. Κάποιοι τραγικά ανίκανοι αποφάσισαν να κλείσουν οι δίοδοι διαφυγής από την Τροχαία στη συγκεκριμένη περιοχή, ώστε να εγκλωβιστούν δεκάδες άνθρωποι και κάποιοι άλλοι «επιτελικοί» και «πολιτικοί» αποφάσισαν να δώσουν έμφαση εκείνη τη μέρα σε μία άλλη πυρκαγιά, στη Νοτιοδυτική Αττική. Και αυτοί δεν ελέγχθηκαν ποτέ…
*Δημοσιεύθηκε στη “ΜτΚ” στις 04-05.05.2024