Οι οφειλές προς το Ελληνικό Δημόσιο έχουν πάρει διαστάσεις χιονοστιβάδας. Οφειλόμενοι φόροι και ασφαλιστικές εισφορές υπερβαίνουν τα 125 δισ. ευρώ δημιουργώντας μόνιμο πονοκέφαλο σε κυβερνώντες και διοικούμενους, προφανώς για διαφορετικούς λόγους. Τα αίτια του φαινομένου είναι αρκετά και δεν μπορούν να αποδοθούν μόνον στην οικονομική κρίση.
Η υπερφορολόγηση και η επιβολή προστίμων που ξεπερνούν κάθε έννοια αναλογικότητας είχαν ως αποτέλεσμα το κράτος να υπολογίζει έσοδα που ουδέποτε θα εισπράξει. Σήμερα έχει γίνει κάτι περισσότερο από σαφές ότι η περιλάλητη “εισπραξιμότητα” θα μπορέσει να επιτευχθεί μόνο μέσα από τον εξορθολογισμό των προστίμων, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και τη ρύθμιση των οφειλών. Η ελληνική πολιτεία πρόσφατα, με το Ν. 4469/2017 που φέρει το βαρύγδουπο τίτλο “Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων” φάνηκε έτοιμη να κάνει ένα βήμα παραπέρα. Να θεσπίσει τη διαγραφή φορολογικών προστίμων (σε ποσοστό μάλιστα 95%) και προσαυξήσεων (σε ποσοστό 85%). Η δεύτερη εκδοχή ήταν συνήθης στις ρυθμίσεις που κατά καιρούς υιοθετήθηκαν. Η πρώτη αποτελεί καινοτομία.
Πώς και ποιοι, όμως, μπορούν να πετύχουν την ανωτέρω διαγραφή;
Στο σημείο αυτό ο νόμος δεν στάθηκε ιδιαίτερα γαλαντόμος. Αντιθέτως ακολούθησε την πεπατημένη της ελληνικής διοίκησης που θέλει να ανταμείβει τους ασυνεπείς για άλλη μια φορά. Πιο συγκεκριμένα όσοι έχουν ήδη ρυθμίσει τις οφειλές τους στο παρελθόν και τηρούν στις 31.12.2016 τις ρυθμίσεις αυτές δεν μπορούν να πετύχουν τη διαγραφή προστίμων και προσαυξήσεων στο πλαίσιο του νέου νόμου. Ωστόσο, μπορούν να πετύχουν επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής των οφειλών τους σε 120 δόσεις και να συμπεριληφθούν τα ποσοστά του δημοσίου για τη συγκρότηση της εκ του νόμου απαιτούμενης πλειοψηφίας για την υπογραφή μιας σύμβασης αναδιάρθρωσης οφειλών στο πλαίσιο του “εξωδικαστικού” (60% του συνόλου των πιστωτών στο οποίο συμπεριλαμβάνεται το 40% των εμπραγμάτων εξασφαλισμένων).
Συνεπώς όσοι έχουν χάσει τις ρυθμίσεις τους στο παρελθόν ή διατηρούν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές μπορούν να υπαχθούν στον εν λόγω νόμο και α) να διαγράψουν πρόστιμα και προσαυξήσεις και β) να ρυθμίσουν το υπόλοιπο της οφειλής τους σε 120 δόσεις. Τα ανωτέρω μπορούν να συμβούν, όμως, εφόσον πληρούνται κάποιες προϋποθέσεις. Ειδικότερα θα πρέπει οι οφειλές να είναι “βεβαιωμένες” στις 31.12.2016. Περαιτέρω, θα πρέπει ο οφειλέτης εφόσον είναι φυσικό πρόσωπο να έχει την πτωχευτική ικανότητα (δηλαδή να είναι έμπορος) ενώ αν είναι νομικό πρόσωπο να αποκτά εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα. Επίσης, να πληροί τα κριτήρια βιωσιμότητας που θέτει ο νόμος, ήτοι να έχει θετικό αποτέλεσμα προ φόρων, τόκων αποσβέσεων (EBITDA) σε μια από τις τελευταίες 3 χρήσεις ή καθαρή θέση (equity) την ίδια χρονική περίοδο. Επίσης, θα πρέπει να μην έχει υπαχθεί σε άλλη συναφή συλλογική διαδικασία εξυγίανσης (πχ στο “Νόμο Δένδια”, στο “άρθρο 99” ή στις λοιπές διατάξεις του Πτωχευτικού Κώδικα) ή αν βρίσκεται ακόμη στο στάδιο αίτησης υπαγωγής στις ανωτέρω διαδικασίες να παραιτηθεί από αυτές. Εξάλλου, δεν μπορεί να ενταχθεί εάν βρίσκεται σε διαδικασία λύσης και εκκαθάρισης (εκτός αν αναβιώσει) ή εάν έχει διακόψει την επιχειρηματική του δραστηριότητα (εκτός εάν δηλώσει νέα έναρξη εργασιών φυσικού προσώπου). Τέλος, δεν μπορεί να ενταχθεί εάν το φυσικό πρόσωπο ή ο εκπρόσωπος του νομικού προσώπου έχει διαπράξει συγκεκριμένα ποινικά αδικήματα που αναφέρονται στο νόμο.
Μπορεί οι ανωτέρω προϋποθέσεις να είναι αποτρεπτικές για αρκετούς. Ωστόσο, αποτελούν μια μοναδική ευκαιρία για τους περισσότερους να λύσουν οριστικά τα προβλήματά τους με την εφορία, τη στιγμή μάλιστα που οι κατασχέσεις ακινήτων και τραπεζικών λογαριασμών έχουν ενταθεί οδηγώντας επιχειρήσεις και εμπόρους σε οικονομική ασφυξία και απόγνωση. Επιπροσθέτως δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τη μοναδική ευκαιρία που παρέχει ο νόμος να διαγραφούν πάσης φύσεως πρόστιμα (από εικονικά τιμολόγια μέχρι πρόστιμα ΦΠΑ!). Με σωστή καθοδήγηση και συμβουλή (από εξειδικευμένους νομικούς και οικονομολόγους) οι περισσότεροι οφειλέτες έχουν μια τελευταία ευκαιρία πριν το τέλμα…